"Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα..."

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Γιατί οι γυναίκες διστάζουν να αναλάβουν επιχειρηματική δράση;


Η κοινωνία, παρά τον εκσυγχρονισμό της και την αλλαγή του τρόπου αντιμετώπισης των δύο φύλων, εξακολουθεί να κάνει σαφή διάκριση μεταξύ γυναικείων και αντρικών ρόλων και συνεχίζει να προβάλλει διαφορετικά επαγγελματικά πρότυπα. Συγκεκριμένα παρατηρούμε ότι τα επιχειρηματικά ανοίγματα των γυναικών περιορίζονται στους τομείς της μεταποίησης, της κλωστοϋφαντουργίας, των ειδών ένδυσης και υπόδησης, περιποίησης προσώπου και σώματος. Από την άλλη μεριά, οι άντρες ιδρύουν και συντηρούν επιχειρήσεις επίπλων, μεταλλικών προϊόντων, καυσίμων και μέσων εγγραφής ήχου, εικόνας και πληροφορικής. Από τα παραπάνω ενδεικτικά παραδείγματα, διακρίνουμε έναν διαφορετικό επαγγελματικό προσανατολισμό, ο οποίος οφείλεται κυρίως σε έναν διαφορετικό προσανατολισμό σπουδών και επαγγελμάτων και όχι τόσο στην έλλειψη ικανοτήτων. Η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι οι γυναίκες στρέφονται περισσότερο προς υπαλληλικά, επαγγέλματα διδασκαλίας και παροχής υπηρεσιών, ενώ δίνουν μικρή σημασία σε επιστημονικά, μηχανικά ή επιχειρηματικά επαγγέλματα (Σιδηροπούλου-Δημακάκου, 2002). Το γεγονός αυτό περιορίζει τους επιχειρηματικούς τους ορίζοντες και τις επαγγελματικές τους επιλογές. Ακόμα όμως και στους τομείς της ειδικότητάς τους δύσκολα θα αναλάβουν επιχειρηματική δράση. Εκτός όμως από τα επαγγελματικά πρότυπα βαρύνουσα σημασία έχουν τα κοινωνικά στερεότυπα και η φύση του γυναικείου ρόλου.
     Σύμφωνα, λοιπόν, με το κυρίαρχο κοινωνικό πρότυπο ο ρόλος της γυναίκας εστιάζεται περισσότερο στην οικογενειακή παρά στην επαγγελματική ζωή (Σιδηροπούλου-Δημακάκου, 2001). Η κοινωνία τη θέλει περισσότερο καλή σύζυγο και στοργική μητέρα παρά επιτυχημένη επαγγελματία. Τη θέλει αδύναμη, χαριτωμένη, ευαίσθητη και υποτακτική και καθόλου μαχητική, φιλόδοξη και προικισμένη με ικανότητες αντιμετώπισης του ανταγωνισμού που κυριαρχεί στο χώρο των επιχειρήσεων, του μόχθου και της σκληρότητας. Πράγματι, όσο κι αν έχει αλλάξει ο ρόλος και η θέση της γυναίκας, παραμένει από τη φύση της ιδιαίτερα ανασφαλής, διστακτική και πεσιμίστρια ώστε να ανοίξει κάποια επιχείρηση. Έχει μάθει να ζυγίζει ορθολογικά όσα προτείνονται και το ρίσκο ότι θα διαθέσει κάποιο κεφάλαιο για κάποια επιχείρηση η οποία δε θα της αποφέρει βέβαια και ασφαλή κέρδη την αποτρέπει από το να το επιδιώξει. Κατά συνέπεια, προτιμά και αναζητά την εύκολη και ασφαλή θέση που της εξασφαλίζει ο δημόσιος τομέας ή αναλώνεται στο να εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος σε κάποια άλλη επιχείρηση, όχι δική της. Τα κοινωνικά στερεότυπα σε συνδυασμό με τις χαμηλές προσδοκίες για την προσωπική της επάρκεια και ικανότητα την αποτρέπει να αναλάβει δράση στον επιχειρηματικό τομέα και σε ένα ευρύτερο φάσμα επαγγελμάτων στα οποία θα μπορούσαν να αναδειχθεί (Σιδηροπούλου-Δημακάκου, 2002).
     Είναι αναγκαίο να επισημανθεί ότι και ο γάμος είναι ένας ανασταλτικός παράγοντας (Σιδηροπούλου-Δημακάκου, 2001). Ακόμη και σήμερα, που θεωρείται πολύ φυσικό να εργάζονται και οι δυο σύζυγοι, πολλές οικογένειες προτιμούν να παραμένει η σύζυγος στο σπίτι. Αρκετοί σύζυγοι δύσκολα ανέχονται να απουσιάζει η σύζυγός τους αρκετές ώρες από το σπίτι ώστε να αντεπεξέλθει στο απαιτητικό ωράριο των επιχειρήσεων. Απότοκος αυτού θα ήταν η παραμέληση των συζυγικών της καθηκόντων, γεγονός που επιφέρει ποικίλες προστριβές στο ζευγάρι και την οικογένεια. Οι σύζυγοι, άλλωστε, ανάλογα με το φύλο τους, εκφράζουν διαφορετική προθυμία προσαρμογής τους ο ένας στη σταδιοδρομία του άλλου. Αυτό που συνηθέστερα παρατηρείται είναι ότι οι γυναίκες προσαρμόζονται πιο πρόθυμα στις ανάγκες σταδιοδρομίας των ανδρών, απ’ ότι το αντίθετο (Σιδηροπούλου – Δημακάκου, 2002). Πολλές φορές, λοιπόν, οι γυναίκες αναγκάζονται να υποχωρήσουν και να μην στήσουν την επιχείρηση που επιθυμούσαν. Υπάρχει το ενδεχόμενο να το επιχειρήσουν μόνο όταν υπάρξει κάποια οικονομική ανάγκη και τότε αναγκαστεί και ο σύζυγός τους να υποχωρήσει. Πολλές από τις γυναίκες αυτές επιχειρούν μια «καθυστερημένη είσοδο» στον τομέα της επιχειρηματικότητας, είτε μετά από λύση του γάμου (διαζύγιο, θάνατος συζύγου) είτε εφόσον υπάρχουν παιδιά, αφού αυτά μεγαλώσουν και φύγουν από το σπίτι. Τότε διαπιστώνουν ότι την εποχή που επιστρέφουν στην αγορά εργασίας οι επαγγελματικές τους δεξιότητες είναι ξεπερασμένες ή ανεπαρκείς με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις. Γίνεται εύκολα κατανοητό το αίσθημα της απογοήτευσης που νιώθουν και η χαμηλή αυτεπάρκεια που βιώνουν.     
       Όπως και με το γάμο, η κοινωνική αντίληψη επιβάλλει στις γυναίκες να σταματούν τη σταδιοδρομία τους για την εγκυμοσύνη και να μην επιστρέφουν στη δουλειά μέχρις ότου και το τελευταίο παιδί να μην έχει ανάγκη φροντίδας (Σιδηροπούλου, 2001). Ακόμη και σήμερα όπου η απόκτηση του πρώτου παιδιού δε σημαίνει αυτόματα και το τέλος της επαγγελματικής ζωής της γυναίκας, άλλες γυναίκες συνεχίζουν να δουλεύουν ή σταματούν μετά και το δεύτερο παιδί, άλλες μένουν προσωρινά στο σπίτι, ενώ ένα ποσοστό γυναικών προσπαθούν να συνδυάσουν την εργασία εκτός σπιτιού με τις νέες υποχρεώσεις της φροντίδας των παιδιών μειώνοντας το χρόνο απασχόλησής τους (Παζαρζή, 2005). Αυτό θα ήταν εφικτό στο δημόσιο τομέα όπου οι γυναίκες καταφέρνουν να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες κάνοντας χρήση των αδειών εγκυμοσύνης και των γονικών και οικογενειακών αδειών. Εάν κάποια γυναίκα στήσει μια επιχείρηση όμως είναι αδύνατον να την κλείσει μέχρι να αναπτυχθούν τα παιδιά της και μετά να ξαναρχίσει από το μηδέν. Παράλληλα, ιδιαίτερες δυσκολίες αντιμετωπίζει όταν δεν υπάρχει κάποιο άτομο του συγγενικού της περιβάλλοντος ώστε να τη βοηθήσει στην ανατροφή του παιδιού, καθώς το ανελαστικό ωράριο των επιχειρήσεων δεν της επιτρέπει να βρίσκεται τις ώρες που απαιτούνται κοντά σ’ αυτό. Άλλωστε οι παιδικοί σταθμοί και το ολοήμερο σχολείο καλύπτουν κυρίως τις ανάγκες των γυναικών που εργάζονται στο δημόσιο τομέα και όχι των γυναικών που στήνουν μια επιχείρηση στην οποία θα πρέπει να αναλώνουν και πολλές απογευματινές ώρες. Το γεγονός αυτό στρέφει τις γυναίκες στη μερική απασχόληση και όχι στον τομέα της επιχειρηματικότητας, καθώς είναι ένας τρόπος να συνδυάσουν τη μισθωτή εργασία με τις ευθύνες και τη φροντίδα των παιδιών στο σπίτι (Παζαρζή, 2005).
      Εν κατακλείδι, χρειάζεται να επισημανθεί και η σημασία της ελλιπούς πληροφόρησης. Οι γυναίκες, κυρίως όσες ζουν σε επαρχιακές πόλεις και είναι μεγαλύτερης ηλικίας, παρατηρείται ότι δε γνωρίζουν τις υπηρεσίες παροχής βοήθειας και δεν είναι ενημερωμένες γύρω από το εργατικό δίκαιο. 

Βιβλιογραφικές Πηγές:

     Παζαρζή Ν. Ε. (2005). Σχέσεις των φύλων και αγορά εργασίας στο πλαίσιο της  Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Επιστημονική Επετηρίδα του τμήματος ΟΔΕ του   Πανεπιστημίου Πειραιώς, τιμητικός Τόμος Καθηγητή Κοδοσάκη, 2001.
     Σιδηροπούλου - Δημακάκου, Δ. (2001) Εκπαιδευτικές και επαγγελματικές επιλογές των δύο φύλων : ο ρόλος του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού, στο Σιδηροπούλου – Δημακάκου Δ. (2001) Συμβουλευτική και Επαγγελματικός Προσανατολισμός. Αθήνα : Διδακτικές Σημειώσεις
     Σιδηροπούλου-Δημακάκου, Δ. (2002) Επαγγελματική Αξιολόγηση και Συμβουλευτική των Γυναικών, στο Κασσωτάκης, Ι.Μ .(2004). Συμβουλευτική και Επαγγελματικός Προσανατολισμός, Θεωρία και Πράξη, σελ. 623 – 632. Αθήνα. Εκδόσεις : Τυπωθήτω
           

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Πώς να συλλέξω πληροφορίες για το επάγγελμα που μ' ενδιαφέρει;

Μπορείτε να κάνετε τη δική σας προσωπική έρευνα, είτε επικοινωνώντας με άτομα που ασκούν το συγκεκριμένο επάγγελμα, είτε μέσω διαδικτύου και έντυπου ή περιοδικού τύπου.

Ποιές ερωτήσεις μπορείτε να θέσετε;
  • Τι ικανότητες πρέπει να κατέχει ο υποψήφιος; (γνώσεις, πτυχίο, εμπειρία)
  • Υπάρχει ζήτηση του επαγγέλματος στην αγορά εργασίας; (π.χ. προκήρυξη θέσεων ή διαγωνισμών)
  • Ποιο είναι το εργασιακό περιβάλλον;
  • Ποιο είναι το ωράριο εργασίας;
  • Ποιες είναι οι αποδοχές;
  • Ποιες δυνατότητες ασφάλισης έχω; 
  • Υπάρχουν προοπτικές εξέλιξης και προαγωγής;
  • Περιλαμβάνει μετακινήσεις ή ταξίδια;
  • Υπάρχει αναγνώριση του συγκεκριμένου κλάδου; (π.χ. μπορώ να εγγραφώ στο Οικονομικό ή στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος)
  • Ποια είναι τα πλεονεκτήματα;
  • Ποια είναι τα μειονεκτήματα και οι δυσκολίες που συναντούμε σε αυτό το επάγγελμα;
Όταν συλλέξετε το υλικό σας σκεφτείτε
τι συμβουλές θα δίνατε εσείς σε κάποιον που θα ήθελε να ασκήσει αυτό το επάγγελμα; 

Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010

Μόλις αποφοίτησα! Και τώρα που θα βρώ δουλειά;

Μόλις έχετε αποφοιτήσει, κρατάτε στα χέρια σας το πολυπόθητο πτυχίο και είστε έτοιμοι να εισέλθετε στον επαγγελματικό στίβο... Ως φυσικό επακόλουθο γεννάται το ερώτημα "και τώρα που θα βρώ δουλειά;"
  1. Προσδιορίστε με τι ακριβώς θέλετε να ασχοληθείτε. Κατά τη διάρκεια των σπουδών σας είναι εύλογο να έχετε αναθεωρήσει πολλά ενδιαφέροντα και εργασιακές αξίες. Για παράδειγμα , θέλετε μια εργασία που να σας προσφέρει χρήματα, ασφάλεια, ελεύθερο χρόνο, προσφορά σε συνανθρώπους ή ταξίδια; Θέλετε να εργάζεστε μόνος σας ή να έχετε συνεργάτες; Σε ιδιωτικό, δημόσιο τομέα ή να ανοίξετε δική σας επιχείρηση; Παράλληλα, αξιολογήστε τον εαυτό σας : ποια είναι τα δυνατά στοιχεία της προσωπικότητάς σας; Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα θα σας βοηθήσουν να καταστρώσετε ένα σχέδιο δράσης.
  2. Κάντε μια μικρή έρευνα γύρω από το επάγγελμα που σας ενδιαφέρει. Ποιες είναι οι απαιτήσεις (γνώσεις, προσωπικότητα, εμπειρία, ρόλος, υπευθυνότητες), ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, υπάρχει προσφορά εργασίας στο συγκεκριμένο κλάδο; Υποβάλλετε, λοιπόν, ερωτήσεις σε άτομα που ασκούν το επάγγελμα, ανατρέξτε σε ιστοσελίδες εταιρειών και διαβάστε αντίστοιχα άρθρα.
  3. Δικτυωθείτε. Κοινοποιείστε το ενδιαφέρον σας για δουλειά σε γνωστούς και φίλους οι οποίοι μπορεί να προέρχονται μέσα από την οικογένεια, τις κοινωνικές ή και τις επαγγελματικές δραστηριότητες. Το περιβάλλον σας πρέπει να γνωρίζει οτι είστε σε διαδικασία αναζήτησης εργασίας.
  4. Οργανώστε το φάκελο υποψηφιότητας. Περιλαμβάνει τη συνοδευτική επιστολή και το βιογραφικό σημείωμα. Αποτελεί ουσιώδες μέρος της διαδικασίας καθώς η πρώτη εικόνα που θα σχηματίσει ο εργοδότης εξαρτάται απο αυτόν!
Η αναζήτηση εργασίας συνήθως είναι μια χρονοβόρα διαδικασία.
Σε καμία περίπτωση δεν πελαγώνουμε  και τα παρατάμε, απλά....
αναδιοργανώνουμε το σχέδιο δράσης,
επαναπροσδιορίζουμε στόχους και ενέργειες,
αξιοποιούμε τις εμπειρίες που αποκομίζουμε! 

 
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Ιστοσελίδα  http://www.nellyparmaki.gr/

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Πρόταση για ΝΕΟ ... "Τεχνολογικό Λύκειο" ...

Σε σχετική ημερίδα η οποία διεξήχθη εχθές για την αναβάθμιση της Δευτεροβάθμιας Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, προτάθηκε από το Υπουργείο Παιδείας η θεσμοθέτηση του Τεχνολογικού Λυκείου. Μπορείτε να διαβάσετε τις προτεινόμενες αλλαγές  στα σχετικά άρθρα:




Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Τι μπορώ να ρωτήσω τον Επαγγελματικό Σύμβουλο ???



  • Νιώθω ότι βρίσκομαι σε μια κρίσιμη φάση της σταδιοδομίας μου. Μπορείτε να με βοηθήσετε να αποφασίσω ποιο δρόμο να διαλέξω;
  • Πρόκειται σύντομα να απολυθώ. Μπορείτε να με βοηθήσετε να σχεδιάσω το μέλλον μου;
  • Νομίζω ότι ξέρω τι θέλω, αλλά δεν μου φαίνεται ότι μπορώ να πείσω τον εαυτό μου να δραστηριοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Μπορείτε να με βοηθήσετε να διερευνήσω τι είναι αυτό που με εμποδίζει;
  • Έχω να δουλέψω πολλά χρόνια. Μπορείτε να με βοηθήσετε να κατανοήσω τις πραγματικές μου δυνατότητες και να αποκτήσω αυτοπεποίθηση;
  • Νιώθω όλο και περισσότερο ότι η δουλειά μου δεν με ικανοποιεί. Μπορείτε να με βοηθήσετε να σκεφτώ κατά πόσο είναι κατάλληλη για μένα η εργασία που έχω επιλέξει;
  • Δεν είμαι ευτυχισμένος/-η από τη δουλειά μου, αλλά δεν είμαι σίγουρος/-η αν θα πρέπει να αλλάξω δουλειά ή απλώς χρειάζεται να αλλάξω εργοδότη. Μπορείτε να με βοηθήσετε να αποφασίσω;
  • Τίποτα δεν φαίνεται να με ενδιαφέρει ή να με συγκινεί. Τα έχω χαμένα. Μπορείτε να με βοηθήσετε να βρώ τι πραγματικά μου κινεί το ενδιαφέρον;
  • Ενδιαφέρομαι για πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Μπορείτε να με βοηθήσετε να επικεντρωθώ σε κάποιο συγκεκριμένο;
  • Η δουλειά μου και η προσωπική μου ζωή δεν είναι σε ισορροπία. Μπορείτε να με βοηθήσετε να αποκτήσω κάποια προοπτική και, κατά συνέπεια, μια μεγαλύτερη ισορροπία;
  • Νομίζω ότι ξέρω τι θέλω, αλλά δεν μου δόθηκαν οι κατάλληλες ευκαιρίες. Δεν είμαι σίγουρος /-η αν στοχεύω πολύ ψηλά ή αν χρειάζομαι βοήθεια για να βελτιώσω τις δεξιότητες παρουσίασης του εαυτού μου, Μπορείτε να με βοηθήσετε να δω τι χρειάζομαι;

Βιβλιογραφική Πηγή:

Nathan, R., & Hill, L. (2006). Επαγγελματική συμβουλευτική. Η συμβουλευτική προσέγγγιση της επαγγελματικής επιλογής και σταδιοδρομίας (Δ. Σιδηροπούλου - Δημακάκου, μετάφραση – επιστημονική επιμέλεια). Αθήνα: Μεταίχμιο



Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010

Επαγγελματική Συμβουλευτική των γυναικών με ειδικές ανάγκες.


3 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες


Ο όρος «γυναίκες με ειδικές ανάγκες» αναφέρεται στις γυναίκες οι οποίες έχουν κάποια σωματική, διανοητική ή συναισθηματική μειονεξία, εμφανή ή όχι. Στις μειονεξίες αυτές περιλαμβάνονται και καταστάσεις όπως ο διαβήτης, οι καρδιακές παθήσεις και ο καρκίνος του μαστού. Ο όρος περιλαμβάνει γυναίκες και κορίτσια όλων των ηλικιών, ανεξάρτητα με τη σοβαρότητα της μειονεξίας ή με το αν ζουν σε κάποιο ίδρυμα ή μέσα στην κοινότητα. 

Προβλήματα εκπαίδευσης και απασχόλησης των γυναικών με ειδικές ανάγκες:
  • Υπάρχουν ενδείξεις ότι στα σχολεία ειδικής αγωγής εγγράφονται περισσότερα αγόρια παρά κορίτσια.
  • Όταν ακολουθούν προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, συνήθως καταρτίζονται σε τομείς που δεν έχουν προοπτικές σταδιοδρομίας.
  • Το χαμηλό αίσθημα αυτοεπάρκειας  που χαρακτηρίζει το γυναικείο φύλο, σε συνδυασμό με την αναπηρία τους, καθιστά τις γυναίκες διπλά μειονεκτούσες στην αγορά εργασίας.
  • Έχουν περιορισμένη πρόσβαση στα κέντρα αποκατάστασης. 
 
Ο Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού οφείλει να αναπτύξει δραστηριότητες στα ακόλουθα επίπεδα:

Συνεργασία με το ενδιαφερόμενο άτομο, με σκοπό τον καθορισμό ρεαλιστικών στόχων σταδιοδρομίας. Αυτό επιτυγχάνεται με:
  • Προσεκτική αξιολόγηση, από τις ίδιες τις γυναίκες, των ικανοτήτων τους και με τον προσδιορισμό των ενδιαφερόντων και των αξιών τους.
  • Ανάπτυξη εμπιστοσύνης στις ικανότητές τους. Η προσοχή τους πρέπει να στρέφεται όχι στο τι δεν μπορούν να κάνουν, αλλά στο τι μπορούν να κάνουν.
  • Πληροφόρηση γύρω από τα επαγγέλματα, τις απαιτήσεις του χώρου εργασίας, τις ευκαιρίες και τι είναι προσιτό στη μέλλουσα εργαζόμενη, ανάλογα με το είδος της μειονεξίας.
  • Πληροφόρηση γύρω από τα δικαιώματά τους στην αγορά εργασίας.
Συνεργασία με τους γονείς και τα μέλη της οικογένειας, ώστε να αποκτήσουν θετική στάση απέναντι στην εκπαίδευση και την εργασία της γυναίκας με ειδικές ανάγκες.

Συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς με σκοπό την ανάπτυξη ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων και στην παροχή βοήθειας, ώστε να αναπτύξουν οι γυναίκες αυτές αυτογνωσία, αυτοπεποίθηση και δεξιότητες λήψης απόφασης.

Συνεργασία με τους εργοδότες:
  • Εκπαίδευση των εργοδοτών, ώστε να απαλλαγούν από τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις. 
  • Επαγγελματική αποκατάσταση των γυναικών και την παρακολούθηση στη θέση εργασίας για αρκετό διάστημα, ώστε να μπορεί να προσδιορίσει τις δυσκολίες τους και να τις κατευθύνει να ανταποκριθούν με επιτυχία στα καθήκοντά τους. 

Για την υλοποίηση των στόχων αυτών ο Σύμβουλος πρέπει να είναι γνώστης της ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας και πολιτικής για τις γυναίκες και τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τις μορφές υποστήριξης - χρηματοδοτικές και ανθρώπινες, τις ευκαιρίες στην αγορά εργασίας, τους τρόπους συνεργασίας με άλλους ειδικούς, τα μοντέλα ανάπτυξης επαγγελματικών δεξιοτήτων καθώς και των δεξιοτήτων καθημερινής ζωής και αναζήτησης εργασίας.Συγχρόνως, να διαθέτει ενθουσιασμό, δημιουργικότητα ευρύτητα πνεύματος, υψηλή αντοχή σε δυσκολίες και ικανότητα συζήτησης δεοντολογικών θεμάτων.
 
Βιβλιογραφική Πηγή:
Σιδηροπούλου-Δημακάκου, Δ. (1994). Επαγγελματική καθοδήγηση και συμβουλευτική των γυναικών με ειδικές ανάγκες. Στο ανθολόγιο: Καϊλα, Μ., Πολεμικός, Ν. & Φιλίππου, Γ. (Επιμελητές έκδοσης). Άτομα με ειδικές ανάγκες – Α Τόμος (σελ.197-205). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Πανελλήνιες Εξετάσεις 2011 ... τί αλλάζει;

Διαβάστε στο σχετικό σύνδεσμο:
  • Αλλαγές στο μηχανογραφικό δελτίο.
  • Όροι επιλογής του 5ου επιστημονικού πεδίου.
  • Τρόπος εξέτασης ειδικού μαθήματος.
  • Μετεγγραφές.
  • Τρόπος εισαγωγής υποψηφίων με σοβαρές παθήσεις.

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Οι προκλήσεις των εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής

 Είναι ευρέως γνωστό ότι οι εκπαιδευτικοί που απασχολούνται στην ειδική εκπαίδευση είναι επιφορτισμένοι με επιπρόσθετες αρμοδιότητες και ευθύνες λόγω των ιδιαίτερων αναγκών των μαθητών. Παρατηρείται πως:
  • Είναι αναγκαία η αναλυτική και συστηματική διερεύνηση της φύσης του προβλήματος. Πολλές φορές οι εκπαιδευτικοί λαμβάνουν μέρος ή κάνουν οι ίδιοι τη διάγνωση της προβληματικής συμπεριφοράς και είναι εκείνοι που ενημερώνουν τους γονείς ή παραπέμπουν τα παιδιά στο διαγνωστικό κέντρο, στην ιατροψυχολογική ή ιατροπαιδαγωγική ομάδα (Πολυχρονοπούλου-Ζαχαρογεώργα, 1995  Δράκος, 2002  Obeng, 2007). Ιδιαίτερα δύσκολη είναι η θέση τους όταν προσπαθούν να πείσουν τους γονείς να μεταβούν σε κάποιον ειδικό ή σε κάποιο διαγνωστικό κέντρο (Obeng, 2007).
  • Αρκετά συχνά αναλαμβάνουν το ρόλο του «αξιολογητή» των ειδικών αναγκών, καθώς είναι οι μοναδικοί υπεύθυνοι για τη συγκέντρωση πληροφοριών αναφορικά με τις δυνατότητες του παιδιού, τον τρόπο που μαθαίνει, τι ακριβώς έχει μάθει, πού ακριβώς έχει αποτύχει σε σχέση με την ηλικία του και το επίπεδο των ικανοτήτων του (Πολυχρονοπούλου- Ζαχαρογεώργα, 1995  Δράκος, 2002). Ο ρόλος τους, λοιπόν, είναι ιδιαίτερα σημαντικός στην άμεση αναγνώριση των μαθησιακών δυσκολιών κυρίως (Σιδηροπούλου-Δημακάκου, 1999).
  • Καταρτίζουν οι ίδιοι θεραπευτικά-εκπαιδευτικά προγράμματα και προβαίνουν σε διαρκή τροποποίηση των στόχων, τεχνικών και μεθόδων διδασκαλίας, ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες της εξατομικευμένης παρέμβασης  (Πολυχρονοπούλου-Ζαχαρογεώργα, 1995  Brownell, 1997  Olivier, & Williams, 2005). Η κάθε διαδικασία αποκτά στην πράξη εξατομικευμένο χαρακτήρα, γεγονός που δηλώνει ότι από κάθε ιδιαίτερη περίπτωση πηγάζουν διαφορετικές προκλήσεις – απαιτήσεις και συγχρόνως καθίσταται αδύνατη η γενίκευση της αντιμετώπισης του προβλήματος με την εφαρμογή της ίδια στρατηγικής σε όλες τις περιπτώσεις (Δράκος, 2002). Ως αποτέλεσμα, ο εκπαιδευτικός είναι αναγκαίο να είναι γνώστης των ικανοτήτων κάθε μαθητή χωριστά και των συνθηκών, κάτω από τις οποίες μαθαίνει καλύτερα (Olivier, & Williams, 2005). Αξιοσημείωτο είναι πως το αναλυτικό πρόγραμμα της ειδικής αγωγής παρέχει μόνο τις κατευθυντήριες γραμμές για την κατάρτιση αυτών των προγραμμάτων  (Μανούκα, 2005).
  • Μέσα στα πλαίσια αυτά υιοθετούν και δημιουργούν υλικά και μέσα που ταιριάζουν στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε μαθητή (Πολυχρονοπούλου - Ζαχαρογεώργα, 1995  Δράκος, 2002).
  • Αξιολογούν και ενδυναμώνουν διαρκώς την πνευματική και συναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στην κοινωνική τους προσαρμογή (Πολυχρονοπούλου - Ζαχαρογεώργα, 1995  Μανούκα, 2005). Ταυτόχρονα, τους βοηθούν να βιώσουν τη χαρά της δημιουργίας και της αισθητικής απόλαυσης και να μάθουν να διαχειρίζονται ορθά τον ελεύθερο χρόνο τους (Μανούκα, 2005).
  • Αναλαμβάνουν το δύσκολο έργο της πληροφόρησης και της υποστήριξης των γονέων (Στασινός, 1999  Γενά, 2002  Δράκος, 2002), οι οποίοι συχνά υπερπροστατεύουν το παιδί (Σιδηροπούλου-Δημακάκου, 1999) αμφισβητούν το έργο του εκπαιδευτικού και μεταθέτουν το θυμό και την απογοήτευσή τους στο πρόσωπό του (Γενά, 2002  Μανούκα, 2005). Για το λόγο αυτό καλούνται να έχουν σωστή και έγκαιρη ενημέρωση για τα διαθέσιμα προγράμματα εκπαίδευσης, υποστήριξης και αποκατάστασης (Πολυχρονοπούλου-Ζαχαρογεώργα, 1995).
          Εν κατακλείδι, ο εκπαιδευτικός καλείται να παρέμβει προληπτικά, διαγνωστικά και με την εκπαιδευτική διαδικασία, παρακολουθώντας τόσο την εξελικτική-αναπτυξιακή και μαθησιακή πορεία του μαθητή όσο και την επαγγελματική κατάρτιση, τον επαγγελματικό προσανατολισμό και τη δυνατότητα επανεκπαίδευσής του (Δελλασούδας, 2003).
            Στα πλαίσια όμως της προσπάθειάς τους, συχνά τον βασανίζουν ερωτήματα, όπως «Τι συμβαίνει με αυτό το παιδί;», «Γιατί δεν μπορεί να μάθει αυτά που του διδάσκω;», «Μήπως κάνω κάποιο λάθος;», «Τι άλλο θα έπρεπε να κάνω;», «Γιατί είναι απαραίτητο να μάθει ό,τι θα διδαχθούν τα υπόλοιπα παιδιά;», «Γιατί δεν πρόκειται να απολαύσει τους καρπούς των προσπαθειών και των κόπων του;» (Πολυχρονοπούλου-Ζαχαρογεώργα, 1995).

Βιβλιογραφική Πηγή
Αντωνίου, Α.-Σ., Αναγνωστοπούλου, Θ., & Γάκη, Α, (2009). Επαγγελματική Εξουθένωση Εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής. Κεφάλαιο Βιβλίου υπό δημοσίευση. 

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Η "στάση" του κοινωνικού συνόλου απέναντι στα άτομα με ειδικές ανάγκες

Η «στάση» ενός ατόμου ή και ολόκληρης της κοινωνίας αποτελεί μια εσωτερική ψυχική διαδικασία, η οποία δεν είναι άμεσα παρατηρήσιμη. Σημαίνει ιδεολογία, γνώση, συναίσθημα και πράξη. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια ψυχική τοποθέτηση, η οποία εκδηλώνεται σε ένα πρόσωπο ή πράγμα – αντικείμενο ή γεγονός – θέμα με την οποία εμφανίζεται είτε ως συμφωνία – διαφωνία, είτε συμπάθεια – αντιπάθεια, είτε υποστήριξη – αδιαφορία είτε επιθετικότητα (Δεληγιάννη, & Κολτσίδα, 2006). 
 Τα άτομα με ειδικές ανάγκες βιώνουν καθημερινά μια ποικιλία αντιδράσεων των συνανθρώπων τους, όπως οίκτο, φόβο, εχθρότητα, περιφρόνηση, υπερπροστασία, οι οποίες τους επηρεάζουν και συνακόλουθα τις υιοθετούν στη συμπεριφορά τους (Δεληγιάννη, & Κολτσίδα, 2006).

Η προκατειλημμένη στάση της κοινωνίας διαφαίνεται από τις ίδιες τις έννοιες που απαρτίζουν τον όρο αναπηρία. Έτσι, η «βλάβη» ή το «ελάττωμα» κάποιου γίνεται εξ ορισμού ανικανότητα και κατ΄ επέκταση μειονέκτημα για τα εκάστοτε κοινωνικά δεδομένα. Οι κοινωνικές δομές, λοιπόν, καθορίζουν το μέτρο των αποδόσεων που απαιτούν από τους πολίτες τους και επομένως προσδιορίζουν επακριβώς το βαθμό της «απόκλισης» που μπορεί να έχει κάθε άτομο που ορίζεται ως «φυσιολογικό» (Μπιτζαράκης,   Ζώνιου-Σιδέρη, & Βλάχου, 1985).
          
 Δυστυχώς, η κοινωνία ακόμη και σήμερα δυσκολεύεται να αποβάλλει τις αντιλήψεις του παρελθόντος και η στάση της απέναντι στα άτομα με αναπηρία είναι άλλοτε εχθρική άλλοτε αμυντική και άλλοτε αδιάφορη. Τέτοιου είδους στάσεις και συμπεριφορές πηγάζουν είτε από άγνοια για το τι είναι η αναπηρία, είτε από φόβο συναναστροφής με άτομα με ειδικές ανάγκες (Ζώνιου–Σιδέρη, 1998) είτε από στερεοτυπικά δομημένες αντιλήψεις που έχουν διαμορφωθεί εδώ και πολλά χρόνια (Μαλέτσκος, 2001).
Οι Αζίζι–Καλαντζή και συν. (1998) υποστηρίζουν, χαρακτηριστικά, σχετικά με το θέμα ότι η ανησυχία και ο φόβος σε κάποιες ομάδες ανθρώπων υπάρχει, όταν δημιουργείται μεγάλη φυσική απόσταση, στερεότυπα για τα μέλη της διαφορετικής από τη δική μας ομάδα και έμφαση στην αρνητικά φορτισμένη διαφορετικότητα.

Βιβλιογραφική Πηγή:
Αντωνίου, Α.-Σ., Αναγνωστοπούλου, Θ., & Γάκη, Α, (2009). Επαγγελματική Εξουθένωση Εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής. Κεφάλαιο Βιβλίου υπό δημοσίευση.